Του Άριστου Αριστοτέλους
Βουλευτή του ΑΚΕΛ – Αριστερά – Νέες Δυνάμεις
Η επίσκεψη του πρωθυπουργού Βενιαμίν Νετανιάχου στην Αθήνα λίγες μέρες μετά την κάθοδο Παπανδρέου στο Τελ Αβίβ, εν μέσω γεωπολιτικών τάσεων σε συνάρτηση με την αναδυόμενη Τουρκία ως περιφερειακή δύναμη, καθώς και τη χειροτέρευση των σχέσεων της με το Ισραήλ, οδηγεί σε διάφορους συλλογισμούς για τις στοχεύσεις των δύο χωρών. Η άποψη όμως περί δημιουργίας «άξονα» ή γεωστρατηγικού αντίβαρου απέναντι στην Τουρκία είναι υπερβολική.
Για τους Ισραηλινούς κάποια συμφέροντα τους την περίοδο αυτή έναντι της Τουρκίας συμπίπτουν με ελληνικά, επιτρέποντας μια τέτοια συνεργασία να προωθηθεί. Βέβαια μέχρι τελευταίως για το Ισραήλ η ισλαμική Τουρκία ήταν στρατηγικός σύμμαχος κι ένας τίμιο μεσολαβητή στο Μεσανατολικό, δεδομένων και των σχέσεων της με Άραβες και Παλαιστινίους. Ωστόσο, η αρνητική τροπή στις σχέσεις Ισραήλ – Τουρκίας και οι αναπτυσσόμενες σχέσεις της με το Ιράν άρχισαν να αποτελούν πηγή προβληματισμού για τους Ισραηλίτες στην περιοχή.
Η επίσκεψη Νεατανιάχου στην Αθήνα μπορεί να θεωρηθεί ως προσπάθεια διεξόδου για το Ισραήλ από την κατάσταση αυτή και αξιοποίησης κοινών ανησυχιών για διαμόρφωση στρατηγικών έναντι της Τουρκία. Κοινός στόχος η δημιουργία στρατηγικού αντίβαρου για έλεγχο της αναπτυσσόμενη επιρροή της τουρκικής πλευράς, πιστεύοντας έτσι ότι επιτυγχάνεται, από τη μια, κάποια αποδυνάμωση της, το οποίο ενδιαφέρει την Ελλάδα και, από την άλλη, μετατόπιση των ενεργειών της εκτός Μέσης Ανατολής, που αφορά το Ισραήλ
Η σχέση αυτή όντως ενδιαφέρει την ελληνική εξωτερική πολιτική απέναντι σε μια αυξανόμενη σε σημασία Τουρκία. Εξ ου και κατά την επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα του προτάθηκε αμοιβαία μείωση εξοπλισμών, πράγμα ιδιαίτερα επιθυμητό για τη Ελλάδα εν όψει και της οικονομικής κρίσης. Όχι όμως και για την Τουρκία που θέλει να διατηρεί ευνοϊκό για την ίδια συσχετισμό δυνάμεων με την Ελλάδα ώστε απερίσπαστα να επιδίδεται στη διεύρυνση της επιρροής της στον Καύκασο και στη Μέση Ανατολή. Γι αυτό και η ανάπτυξη σχέσεων της Αθήνας με το Ισραήλ θα μπορούσε να εκληφθεί ότι εκπέμπει μήνυμα προς την Άγκυρα ότι δεν μπορεί να έχει τόση αυτοπεποίθηση όση νομίζει και ότι η Ελλάδα έχει και άλλες επιλογές όταν χρειαστεί.
Βέβαια τα δεδομένα μπορεί να επιτρέπουν σήμερα στην Ελλάδα και το Ισραήλ την ανάπτυξη τέτοιων σχέσεων. Όμως όσον αφορά την προοπτική και την αποτελεσματικότητας τους δεν μπορεί κανείς να υπερβάλλει. Πρώτο, γιατί οι σχέσεις της Αθήνα με την Άγκυρα δεν έχουν την ίδια ένταση που είχαν μέχρι τη δεκαετία του 1990 αρχές του 2000, παρόλο που οι διαφορές στο Αιγαίο και το Κυπριακό συνεχίζουν να αποτελούν σημείο τριβής και πιθανής κρίσης. Δεύτερο, η παραδοσιακά φιλοαραβική και φιλοπαλαιστινιακή στάση της Ελλάδας καθιστά μια «συμμαχία» με το «επιθετικό» Ισραήλ πολύ λεπτή υπόθεση όχι μόνο για τις εξωτερικές υποθέσεις της χώρας αλλά και για την εσωτερική της πολιτική. Τρίτο, η γεωγραφική της θέση και το στρατιωτικό εκτόπισμα της χώρας δεν μπορούν να αποτελέσουν για του Αμερικανούς και του Ισραηλινούς, υποκατάστατο της Τουρκίας στην Μέση Ανατολή – πλην της κάποιας βαρύτητας που θα μπορούσε να έχει ως χώρα μέλος της Ε.Ε και των καλών σχέσεων της στην περιοχή.
Συμπερασματικά, σημειώνονται τα εξής: Η χειροτέρευση των σχέσεων της Άγκυρας - Ισραήλ μπορεί να έχει κάποιες αρνητικές επιδράσεις για την Τουρκία σε θέματα όπως το Κουρδικό ή την προμήθεια ισραηλινού οπλισμού. Η σύναψη στρατηγικών σχέσεων Ελλάδας - Ισραήλ μπορεί να είναι κίνηση αντιπερισπασμού που δεν μπορεί η Άγκυρα να αγνοήσεις παντελώς. Όμως με βάση τα δεδομένα που αναφέρθηκαν πιο πάνω, το αντίβαρο αυτό, πάρα την κάποια χρησιμότητα του, δεν μπορεί να είναι, ούτε ουσιαστικό εργαλείο στα χέρια των Ελλήνων, αλλά ούτε και σοβαρός μοχλός μετατόπιση του ενδιαφέροντος της Τουρκίας και της δραστηριότητας της στο Αιγαίο από τη Μέση Ανατολή, που προφανώς είναι επιθυμία του Ισραήλ.
18.08.2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου