Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2011

ΣΕΙΡΑ ΔΙΑΛΕΞΕΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΣΤΙΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ - ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ ΑΡΙΣΤΟΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ

Με μια σειρά διάλεξεων τον Ιανουάριο του 2012, το Τμήμα Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας προσφέρει την ευκαιρία σε στελέχη του στρατιωτικού και διπλωματικού τομέα και άλλων συναφών κρατικών υπηρεσιών, καθώς και ενδιαφερόμενους για τα πολιτικοστρατιωτικά δρώμενα, να εξοικειωθούν με τις στρατηγικές σπουδές, διευρύνοντας το πεδίο των γνώσεων τους, την καλύτερη αντίληψη των πραγμάτων και τις προοπτικές τους. Δεδομένου του πολιτικού προβλήματος της Κύπρου αλλά και της ενεργού συμμετοχής της στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, η θεματολογία είναι εξαιρετικά χρήσιμη για την επιμόρφωση και κατάρτιση των ενδιαφερομένων σε τρέχοντα ζητήματα στρατηγικής, ευρωπαϊκής ασφάλειας, διεθνών σχέσεων, γεωπολιτικής, άμυνας, διοίκησης και οικονομίας. Τα θέματα χωρίζονται σε δύο ενότητες, όπως πιο κάτω, και μπορούν παρακολουθηθούν, είτε ως συνεχόμενες οντότητες, είτε χωριστά, αναλόγως του ενδιαφέροντος των συμμετεχόντων.
ΕΝΟΤΗΤΑ Α: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ: ΚΥΠΡΟΣ-Ε.Ε.
Η στρατηγική στη σύγχρονη της μορφή είναι ίσως το βασικότερο στοιχείο στη διαμόρφωση αμυντικής πολιτικής και η σπονδυλική στήλη στη στήριξη και άσκηση της εθνικής πολιτικής ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής. Οι διαλέξεις στην ενότητα αυτή εισαγάγουν τον ενδιαφερόμενο στις θεωρίες και στις εξελίξεις στη στρατηγική σκέψη από τον Σουν Τσου και τον Θουκυδίδη, τον Καρλ Βον Κλάουζεβιτς, τον Λιντλ Χαρτ και τους πιο σύγχρονου Αμερικανούς και Ευρωπαίους θεωρητικούς. Εξετάζεται η συμβολή της τεχνολογίας στη στρατιωτική επανάσταση και κατ’ επέκταση στην αποτελεσματικότητα της εθνικής άμυνας και της εθνικής στρατηγικής, καθώς και στη μεταφόρτωση των διεθνών σχέσεων. Θεωρίες περί γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής είναι επίσης αντικείμενο των διαλέξεων αυτών, όπως και τρέχοντα στρατηγικά προβλήματα της Κύπρου, της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής, ο ρόλος της Τουρκίας και τα διλλήματα που προβάλλουν για την Κυπριακή Δημοκρατία στην περιοχή.
ΕΝΟΤΗΤΑ Β: ΑΜΥΝΑ/ΑΣΦΑΛΕΙΑ : ΣΥΝΤΑΓΜΑ, ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Η εξοικείωση ενδιαφερομένων με θέματα που αφορούν άμεσα την αμυντική δραστηριότητα και που κατ’ επέκταση επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα των ενόπλων δυνάμεων όπως και τη διαμόρφωση και άσκηση της εθνικής στρατηγικής, αποτελεί σημαντικό εφόδιο για την κατανόηση φαινομένων που σχετίζονται με την επίτευξη ή όχι εθνικών επιδιώξεων. Η ενότητα αυτή επιχειρεί να προωθήσει τα εξής: (α) Τη γνώση των σχετικών προνοιών του συντάγματος που αφορούν την άμυνα και την ασφάλεια της Κυπριακής Δημοκρατίας, τις Εγγυήσεις και Συμμαχίες, τις σχέσεις Εκτελεστικής και Νομοθετικής Εξουσίας με τον τομέα αυτό και τη Νομοθεσία περί Εθνικής Φρουράς. (β) Την εξοικείωση με τις αρχές τις διοίκησης και τις εφαρμογής τους στις Ένοπλες Δυνάμεις και τις κρατικές υπηρεσίες, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την οργάνωση και την αξιοποίηση και υποκίνηση του ανθρώπινου δυναμικού.(γ) Την κατάρτιση τους με οικονομικές θεωρίες σχετικές με την ασφάλεια και το θέμα της κατανομής των εθνικών πόρων και τον κρατικό και αμυντικό προϋπολογισμό, καθώς και με το μεγάλο «παζάρι» των διεθνών εξοπλισμών.

Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2011

Η συμφωνία Ισραήλ - Χαμάς και ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός μεταξύ της Τουρκίας και του Ιράν


Του Δρα Άριστου Αριστοτέλους


τέως Βουλευτή


Η συμφωνία Ισραήλ - Χαμάς για ανταλλαγή κρατουμένων, δεν είναι απλώς απρόοπτη εξέλιξη για όσους ανέμεναν ότι η αντι ισραηλινή αυτή στρατιωτική παλαιστινιακή οργάνωση, θα υποδαύλιζε κρίση Καΐρου – Τελ Αβίβ με κίδυνο πιθανής ανάφλεξης στην περιοχή για να βγει από την απομόνωση στην οποία έχει βρεθεί. Είναι κι ένα γεγονός του οποίου οι προεκτάσεις φτάνουν μέχρι και στον υπό εξέλιξη γεωπολιτικό ανταγωνισμό μεταξύ σημαντικών δρώντων στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή και ιδιαίτερα μεταξύ Τουρκίας - Ιράν.


Τα δεδομένα στην Αίγυπτο, αντίθετα με τις διάφορες εκτιμήσεις, προφανώς δεν άφηναν περιθώρια στη Χαμάς να επιδοθεί σε προσπάθεια επίτευξης των ανωτέρω σκοπών. Όπως φάνηκε από τις τελευταίες διαδηλώσεις και τον αποφασιστικό τρόπο καταστολή τους, το στρατιωτικό καθεστώς που βρίσκεται στην εξουσία μετά την ανατροπή του Μουμπάρακ - αλλά ακολουθεί την πολιτική του έναντι του Ισραήλ - είναι πιο ισχυρό απ' ό,τι πιστεύεται, ενώ οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις είναι διχασμένες. Επίσης το ισλαμικό στοιχείο στο οποίο η Χαμάς προσέβλεπε σε υποστήριξη για να παρασύρει τους Αιγύπτιους στρατιωτικούς σε σύγκρουση με το Ισραήλ, φαίνεται να συνεργάστηκε με το καθεστώς στην επιβολή της τάξης στους δρόμους του Καΐρου. Εξάλλου η συμφωνία Ισραήλ - Χαμάς είχε επιτευχθεί με ενέργειες του Καϊρου, υπογραμμίζοντας και πάλι τον ηγετικό ρόλο της Αιγύπτου στην περιοχή. Είναι αυτό τον ηγετικό ρόλο που επιδίωξε τελευταίως να παίξει ή μάλλον να υποκλέψει η Τουρκία εκμεταλλευόμενη τις διάφορες αδυναμίες στον αραβικό χώρο, περιλαμβανομένης και της εσωτερικής κατάστασης της Αιγύπτου, δημιουργώντας ένταση με το Ισραήλ για να κερδίσει τη συμπάθεια των Αράβων. Από την άλλη, η Σαουδική Αραβία, που έχει την μεγαλύτερη ίσως επιρροή επί της Χαμάς, ουδόλως θα ήθελε την περίοδο αυτή να ξεσπάσει νέα στρατιωτική σύγκρουση Αράβων - Ισραήλ. Μια τέτοια εξέλιξη, πιστεύεται ότι θα βοηθούσε το καθεστώς Άσαντ, το οποίο αντιμετωπίζει συνθήκες εξέγερσης και το οποίο στηρίζεται από το Ιράν, να ανακουφιστεί από την πίεση αυτή, αποπροσανατολίζοντας την προσοχή των αντικαθεστωτικών στη σύγκρουση με το Ισραήλ. Και τούτο τη στιγμή που η Σαουδική Αραβία επιθυμεί την ανατροπή του και την εξουδετέρωση της γεωπολιτικής επιρροής του Ιράν από την περιοχή, το οποίο θεωρεί κίνδυνο για τα συμφέροντά της.


Πέραν τούτων, η συμφωνία με την Χαμάς, την οποία το Ισραήλ, οι ΗΠΑ και η Ε.Ε θεωρούν τρομοκρατική οργάνωση είχε και άλλες προεκτάσεις: Διαφοροποίησε την εικόνα της οργάνωσης και της πρόσθεσε κύρος, σε σχέση με τη Φάταχ, αφού πέτυχε να ελευθερώσει τους 1.027 Παλαιστινίους κρατουμένους με αντάλλαγμα τον ένα ισραηλίτη που κρατούσαν αυτοί. Το δίλημμα τώρα της Χαμάς θα είναι μάλλον πώς θα συνδυάσει τη εικόνα αυτή με τη γνωστή της τακτική για ανορθόδοξη στρατιωτική δράση που ήταν η κύρια έκφραση προώθηση της πολιτικής της έναντι του Ισραήλ. Επίσης, καλυτέρευσε τουλάχιστον επί του παρόντος το κλίμα στην περιοχή, και όσον αφορά το Ισραήλ η συμφωνία βοηθά να χαλαρώσει κάπως η διεθνής πίεση σε βάρος της κυβέρνησης Νετανιάχου, η οποία κατηγορείται για άκαμπτη στάση στο Παλαιστινιακό.


Επιπλέον προκύπτουν και οι ακόλουθες γεωπολιτικές επισημάνσεις: Εκτός της Αιγύπτου, που είναι παραδοσιακή ηγέτιδα μεταξύ των Αράβων, ηγετικό ρόλο στην περιοχή φαίνεται να διεκδικεί να διαδραματίζει τόσο το Ιράν όσο και η Τουρκία. Είναι εμφανές ότι αυτός ο ρόλος βρίσκεται ήδη υπό εξέλιξη και είναι ανταγωνιστικός, και σταδιακά, όχι και πολύ μακριά, οι αντίθετες ενέργειες τους πιθανόν να τον καταστήσουν οξύτερο. Ήδη, στο ευρύτερο στρατηγικό πεδίο η Άγκυρα συμφώνησε με τις ΗΠΑ για εγκατάσταση αντιπυραυλικών συστημάτων στο έδαφός της, προκαλώντας την έντονη διαμαρτυρία των Ιρανών. Στη Συρία οι Τούρκοι, σε αντίθεση με του Ιρανούς, άλλαξαν στάση και υποστηρίζουν τους αντικαθεστωτικούς εναντίον του Ασαντ, συνιστώντας ταυτόχρονα πρόκληση κατά της επιρροής του Ιράν. Όμως ακόμη μεγαλύτερη γεωπολιτική πρόκληση για την Τουρκία και το Ιράν εκκολάπτεται στο Ιράκ όπου η αποχώρηση των Αμερικανών αφήνει κενό δυνάμεως και πεδίο έντονου ανταγωνισμού μεταξύ τους. Ασφαλώς υπό τέτοιες συνθήκες το Κουρδικό δεν θα παραμείνει ανεπηρέαστο.

Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2011

Τουρκία και Συσχετισμοί Στρατιωτικών Δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή

ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ


Ανάλυση: Δρ Άριστος Αριστοτέλους
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ
Η ποσοτική ανάλυση των δυνάμεων στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής για το 2011 καταδεικνύει ότι: H Τουρκία έχει την μεγαλύτερη οικονομία, καθώς και προοπτικές, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, για περαιτέρω ανάπτυξη και ενίσχυσή της ως διπλωματική και στρατιωτική δύναμη στο μέλλον. Ωστόσο, με εξαίρεση την αριθμητική υπεροχή στο Ναυτικό, η Τουρκία δεν είναι η μεγαλύτερη χώρα σε στρατιωτικά μεγέθη στην περιοχή. Αντίθετα Αίγυπτος, Ιράν και ακόμη και η Συρία υπερτερούν σε διάφορους τομείς.


Η Αίγυπτος με 84,4 εκ κατοίκους είναι η μεγαλύτερη χώρα σε πληθυσμό, ενώ η Τουρκία με 75,5 εκ έχει σχεδόν τα ίδια πληθυσμιακά μεγέθη όπως το Ιράν. Σε έκταση εδάφους η Σαουδική Αραβία είναι η μεγαλύτερη χώρα στη Μέση Ανατολή με 2.13 εκ τ.χ και ακολουθεί το Ιράν με 1.46 εκ τ.χ και η Αίγυπτος με 997.739 τ.χ. Στο στρατιωτικό τομέα, όσον αφορά τις χερσαίες δυνάμεις, το Ιράν διαθέτει τον μεγαλύτερο αριθμό στρατιωτών, ήτοι 523.000, ενώ η Τουρκία 510.000 και η Αίγυπτος 468.500.Σε άρματα μάχης η Συρία διαθέτει περισσότερα από την Τουρκία, ήτοι 4.950 έναντι 4.563 τουρκικά. Το Ισραήλ διαθέτει 3.501. Στην Αεροπορία, σε αριθμό μαχητικών αεροσκαφών υπερτερούν η Συρία με 565, η Αίγυπτος με 555 και το Ισραήλ με 460. Η Τουρκία διαθέτει 426 μαχητικά. Στο Ναυτικό, η Τουρκία υπερέχει αριθμητικά έναντι των άλλων χωρών της Ανατολικής Μεσογείου σε προσωπικό, αριθμό υποβρυχίων, φρεγατών, κορβετών, σκαφών ναρκοπολέμου και αποβατικών. Η Ελλάδα είναι δεύτερη σε ναυτικά μέσα. Ακολουθούν η Αίγυπτος και το Ισραήλ, που υπερτερούν σε περιπολικά. Η Κύπρος εκτός από 4 περιπολικά δεν διαθέτει άλλα αξιόλογα ναυτικά μέσα.Τα ναυτικά μέσα που διαθέτει η Τουρκία, δεδομένης και της μεγάλης έκτασης του παραλιακού της μετώπου, δεν είναι επαρκή για να αντιμετωπίσει σοβαρές και ταυτόχρονες προκλήσεις από διάφορες κατευθύνσεις. Επίσης, ούτε η Τουρκία, ούτε οι άλλες χώρες της περιοχής, έχουν τα μέσα να διεξαγάγουν με αποτελεσματικότητα μακράς διάρκειας ναυτικές επιχειρήσεις μακριά από τις βάσεις τους και να είναι εκτεθειμένες στην επάκτια άμυνα και στην Αεροπορία της αντίπαλης πλευράς. Όσον αφορά το συσχετισμό δυνάμεων Τουρκίας – Ελλάδας: Μια εφ’ όλης της ύλης σύγκριση με την Ελλάδα παρουσιάζει την Τουρκία να υπερέχει, όπως, για παράδειγμα, με 3.6:1 σε ανθρώπινο δυναμικό, 2.8:1 σε άρματα μάχης και 1.4:1 σε μαχητικά αεροσκάφη και στο Ναυτικό. Ωστόσο, οι αριθμητικές αναλογίες από μόνες τους δεν είναι επαρκείς για να εξαχθεί το συμπέρασμα ποιος σε μια ελληνοτουρκική σύγκρουση θα επικρατήσει. Τα ανωτέρω προκύπτουν από τη μελέτη, αξιολόγηση και σύγκριση ενδεικτικών στοιχείων στρατιωτικής ισχύος των χωρών της περιοχής, τα οποία παρατίθενται συγκεντρωμένα και περιληπτικά σε ειδικούς πίνακες.


Τα στοιχεία προέρχονται από ανοιχτές και προσβάσιμες πηγές για το κοινό, όπως το IISS, το SIPRI, τη CIA, το EIU, το Eurostat κ.α και αναλύονται με την υποσημείωση ότι η μελέτη αποτελεί μια κυρίως ποσοτική σύγκριση και όχι ποιοτική, που θα ήταν χρησιμότερη για σκοπούς επιτελικής ανάλυσης. Ακολουθεί η παράθεση και ανάλυση των στοιχείων, τα οποία όσον αφορά τη Μέση Ανατολή αναφέρονται στις πιο σχετικές με την ανάλυση μας χώρες όπως την Τουρκία, το Ιράκ, της Συρία, το Λίβανο, τη Συρία, το Ιράν, την Αίγυπτο, το Ισραήλ και την Ιορδανία. Στις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου περιλαμβάνονται η Τουρκία, η Ελλάδα, η Συρία, ο Λίβανος, η Αίγυπτος και το Ισραήλ.


ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ Πληθυσμός: Η Τουρκία με πληθυσμό 75,76 εκ. είναι δεύτερη μεγάλη χώρα στην περιοχή μετά την Αίγυπτο των 84.4 εκ κατοίκων και σχεδόν ισοδύναμη με το Ιράν του οποίο ο πληθυσμός είναι 75 εκ.(Η Ελλάδα με πληθυσμό 11.1 εκ. είναι στη έκτη θέση ακολουθούμενη από το Ισραήλ με 7.2 εκ.). Γεωγραφική έκταση: Η Τουρκία βρίσκεται στο σταυροδρόμι μεταξύ Ανατολής, Ευρώπης και Αφρικής κατέχοντας μια από τις σημαντικότερες στρατηγικές θέσεις στην περιοχή. Σε έκταση εδάφους έχει την τέταρτη θέση με 783.502 τ.χ. Πρώτη είναι η Σαουδική Αραβία με 2.13 εκ τ.χ., δεύτερο είναι το Ιράν με 1.64 εκ. τ.χ και τρίτη η Αίγυπτος με 997.739 τ.χ. Τέταρτη είναι η Τουρκία (Η Ελλάδα έχει έκταση 131.957 τ.χ.). Οικονομία:Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ): Πρώτη με μεγάλη διαφορά όσο αφορά το μέγεθος του ΑΕΠ είναι η Τουρκία το οποίο το 2010 ανήλθε στα $737 δις., με δεύτερη τη Σαουδική Αραβία με $434 δισ και τρίτο το Ιράν με $357 δισ. (Η Ελλάδα ήταν τέταρτη με $306 δισ ΑΕΠ). Τον ίδιο χρόνο η Τουρκία παρουσιάζει τον ψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης στην περιοχή, ήτοι 8.9%, ακολουθούμενη από το Λίβανο 7.2% και το Ιράκ και την Αίγυπτο με 5.5% και 5.1% αντίστοιχα. (Η Ελλάδα έχει το χαμηλότερο ρυθμό, – 4.4%, απ’ όλες τις συγκρινόμενες χώρες ).Το Ισραήλ με κατά κεφαλήν εισόδημα $30.416 και η Ελλάδα με $27.567 κατέχουν την πρώτη θέση, ακολουθούμενες από την Κύπρο με 26.178 και τη Σαουδική Αραβία με $16.531. (Η Τουρκία είναι πέμπτη με $9.730). Στρατιωτικές δαπάνες: Τις μεγαλύτερες στρατιωτικές δαπάνες στην περιοχή παρουσιάζουν η Σαουδική Αραβία με $45.2 δις., η Τουρκία με $10.5 δις. και το Ισραήλ με $15.6 δις.( Ακολουθεί η Ελλάδα, τέταρτη, με $7.35 δις.).


ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΣΥΓΚΡΙΣΕΙΣ Στρατιωτικό ανθρώπινο δυναμικό: Στον τομέα αυτό το Ιράν με 523.000 άτομα υπό τα όπλα, υπερέχει ελαφρώς έναντι της Τουρκίας, της οποία η δύναμη ανέρχεται στις 510.000, με τρίτη την Αίγυπτο με 468.500. (Η Ελλάδα είναι έβδομη στη σειρά με ανθρώπινο στρατιωτικό δυναμικό 139.936 ατόμων.) Στρατιώτες ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο(τ.χ.): Την υψηλότερη αναλογία στρατιωτών ανά τ.χ. έχει το Ισραήλ με 8.1ακολουθούμενο από τη Συρία με 1.3 και την Ελλάδα με 1.0. (Στην Τουρκία η αναλογία στρατιωτών είναι 0.6 ανά τ.χ.). Άρματα μάχης: Όσον αφορά τον τομέα αυτό, ο αριθμός των αρμάτων μάχης στη Συρία είναι ο μεγαλύτερος ανάμεσα στις χώρες της περιοχής και ανέρχεται στα 4.950 σε σχέση 4.563 της Τουρκίας και 3.501 του Ισραήλ. (Η Ελλάδα με 1590 άρματα είναι έκτη, μετά την Αίγυπτο και το Ιράν.) Πυρηνικά και Χημικά Όπλα: Το Ισραήλ πιστεύεται ότι κατέχει στρατιωτικές πυρηνικές ικανότητες, ενώ το Ιράν και η Συρία διαθέτουν χημικά όπλα. Μαχητικά αεροσκάφη: Η Αίγυπτος και η Συρία με 565 και 555 μαχητικά αεροσκάφη αντίστοιχα, διαθέτουν περισσότερα σκάφη σε σχέση με τις άλλες χώρες της περιοχής. Ακολουθεί το Ισραήλ με 460 αεροσκάφη. (Η Τουρκία είναι στη τέταρτη θέση με 426 και η Ελλάδα στην εβδόμη με 303 μαχητικά.).


ΝΑΥΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ Ενδεικτικά τα κύρια ναυτικά μέσα που διαθέτουν οι χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, ήτοι η Ελλάδα, η Τουρκία, η Συρία, ο Λίβανος, ο Αίγυπτος, το Ισραήλ και η Κύπρος, συγκρίνονται ως ακολούθως: Ναυτικό ανθρώπινο δυναμικό: Η Τουρκία διαθέτει το μεγαλύτερο δυναμικό στο τομέα αυτό, ήτοι 48.000, ακολουθούν η Ελλάδα με 20.000 και το Ισραήλ με 19.500. Υποβρύχια: Η Τουρκία διαθέτει 14 υποβρύχια δηλαδή πέντε περισσότερα από την Ελλάδα η οποία ιαθέτει 9. Η Αίγυπτος διαθέτει 4 και το Ισραήλ 3. Φρεγάτες: Η Τουρκία υπερέχει και στον τομέα αυτό. Η χώρα διαθέτει 17 φρεγάτες, η Ελλάδα 14, η Αίγυπτος 8 και τίποτα το Ισραήλ. Κορβέτες: Η Τουρκία διαθέτει 6, η Ελλάδα και το Ισραήλ από 3 και καμία η Αίγυπτος. Περιπολικά: Το Ισραήλ με 54 περιπολικά μέσα υπερέχει των υπολοίπων δυνάμεων στην περιοχή. Η Τουρκία διαθέτει 46 περιπολικά και η Αίγυπτος 50. (Η Συρία και Ελλάδα διαθέτουν 30 και 29 αντίστοιχα.) Ναρκοπόλεμος/ Ναρκαλιευτικά: Τα περισσότερα σκάφη τα διαθέτει η Τουρκία, 27, σε σύγκριση με 14 της Αιγύπτου και 11 της Ελλάδας. Αποβατικά πλοία: Τουρκία και Ελλάδα διαθέτουν από 5 αποβατικά πλοία, ενώ το Ισραήλ, η Αίγυπτος και η Συρία διαθέτουν από 3. Αποβατικά σκάφη: Η Τουρκία υπερέχει σημαντικά με 41 τέτοια σκάφη. Η Αίγυπτος διαθέτει 9 και η Ελλάδα 7.
Η Κύπρος τα μόνα αξιόλογα μέσα που διαθέτει στο Ναυτικό είναι 4 περιπολικά.

Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2011

Είναι Όντως Περιφερειακή Υπερδύναμη η Τουρκία;



Η προσπάθεια χαρακτηρισμού ενός κράτους ως υπερδύναμη, μεγάλη δύναμη ή μεσαία δύναμη σε παγκόσμια κλίμακα υπεισέρχεται σε ένα πεδίο όπου τα σύνορα είναι κάπως ασαφή και οι ορισμοί συζητήσιμοι. Παρά ταύτα η Τουρκία δεν έχει καμία σχέση με οποιεσδήποτε από τις κατηγορίες αυτές και η αναφορά σ’ αυτή ως «περιφερειακή υπερδύναμη» δεν συνάδει με τις πραγματικότητες.


Βέβαια λίγοι θα αμφέβαλλαν ότι οι ΗΠΑ μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης είναι σήμερα η μόνη υπερδύναμη – με τα ασυγκρίτως μεγάλα πυρηνικά και συμβατικά στρατιωτικά μέσα, τo πολιτικό και οικονομικό της εκτόπισμα, ηγέτιδα του ΝΑΤΟ, με την άπιαστη διαστημική τεχνολογία, με ικανότητες να προβάλει ισχύ και να επηρεάσει γεγονότα σε οποιοδήποτε μέρος του πλανήτη. Ούτε θα διαφωνούσαν ότι η Ρωσική Ομοσπονδία, διάδοχος και κληρονόμος του τι απέμεινε από τη σοβιετική υπερδύναμη, είναι μεγάλη δύναμη - αν και μερικοί θα την χαρακτήριζαν και μεσαία δύναμη.


Η μεσαία δύναμη δεν είναι ούτε υπερδύναμη, ούτε μεγάλη δύναμη, αλλά μια τρίτης κατηγορίας δύναμη, με σημαντικά ερείσματα ισχύος και μεγάλη ή μέτρια επιρροή στα διεθνή δρώμενα, όπως η Βρετανία, η Γαλλία, η Κίνα, η Γερμανία και η Ιαπωνία, παρόλο που ορισμένοι θα τις αποκαλούσαν και μεγάλες δυνάμεις.


Η Τουρκία δεν διαθέτει τέτοιας έκτασης ερείσματα ισχύος – πόρους, τεχνολογία, στρατιωτικές ικανότητες - που θα την κατέτασσαν στην κατηγορία αυτή. Από την άλλη μια σειρά γεγονότων τα τελευταία χρόνια αύξησαν τις δυνατότητες και την αυτοπεποίθηση της για άσκηση εξωστρεφούς πολιτικής και μεγαλύτερης επιρροής σε διεθνή θέματα που αφορούν κυρίως τη γύρω περιοχή. Τέτοια γεγονότα ήταν η εξασφάλιση καθεστώτος υπό ένταξης χώρας στην Ε.Ε., οι συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, η εσωτερική σταθερότητα, η αλματώδης οικονομική ανάπτυξη, η διείσδυση της σε διεθνείς αγορές, η μετατροπή της σε κέντρο διέλευσης αγωγών πετρελαίου, η αυξημένη σημασία της στρατηγικής της θέσης και οι προσβάσεις της σε τουρκόφωνες δημοκρατίες.


Όλα αυτά, συν το γεγονός ότι διαθέτει το δεύτερο μεγαλύτερο στρατό στο ΝΑΤΟ – όχι όμως στην περιοχή - την καθιστούν γενικά αξιόλογη δύναμη και σημαντική τοπική δύναμη με μεγαλύτερες ίσως προοπτικές για το μέλλον. Δεν μπορεί όμως να θεωρηθεί «περιφερειακή υπερδύναμη» γιατί δεν έχει καθολική και συντριπτική υπεροχή έναντι όλων των άλλων χωρών στην περιοχή. Βέβαια υπάρχουν πιθανότητες περαιτέρω ενίσχυσής της στο προβλεπτό μέλλον ως συνεπακόλουθο οικονομικών επιδόσεων, αλλά η φιλοδοξία για αναβίωσης της οθωμανικής επιρροής φαίνεται να αποτελεί εν πολλοίς άπιαστο όνειρο γιατί απλώνει το χέρι εκεί που δεν φτάνει.


Πέραν τούτων η Τουρκία έχει να αντιμετωπίσει και σοβαρές προκλήσεις στο εσωτερικό και το εξωτερικό, όπως το θέμα της τροποποίησης του συντάγματος, το Κουρδικό, την πολύ ανησυχητική γι αυτήν κατάσταση στη Συρία και στο Ιράκ κ.α. Πρόκειται για ζητήματα που θα μπορούσαν να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα στην τουρκική κυβέρνηση, καθώς και στις προσπάθειες της να προβληθεί ως ηγέτιδα δύναμη και να εδραιώσει την επιρροή της στην περιοχή. Με αυτά βέβαια ουδόλως υπονοείται οποιαδήποτε υποτίμηση της σημασίας, των ικανοτήτων και των προοπτικών της Τουρκίας ως περιφερειακή δύναμη ή αναστολή στον προβληματισμό για την αντιμετώπισή της.


Άριστος Αριστοτέλους

Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2011

ΑΦΕΛΕΙΑ ΤΑ ΠΕΡΙ ΣΥΜΠΤΥΞΗΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗΣ ΣΥΜΜΑΧΙΑΣ ΚΥΠΡΟΥ - ΙΣΡΑΗΛ ΚΑΤΑ ΤΟΥΡΚΙΑΣ

Του Άριστου Αριστοτέλους

Είναι ασφαλώς σωστές οι κινήσεις της Κύπρου και οι διεργασίες με το Ισραήλ γύρω από τις έρευνες για φυσικό αέριο στην Αποκλειστική Οικονομική της Ζώνη, ενόψει και της τουρκικής στάσης στην υπόθεση αυτή. Ωστόσο οι προτροπές ορισμένων για σύμπτυξη στρατιωτικής συμμαχίας με το Ισραήλ, για «εξισορρόπηση» της ισχύος της Τουρκίας και «αποτροπή της τουρκικής απειλής», με αφορμή υποτροπή στις σχέσεις της με το Τελ Αβιβ, αποτελούν αν όχι αφέλεια, υπερβολή.

Προφανώς δεν έχουμε μάθει από τα παθήματα των χειρισμών του «Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου» Ελλάδας – Κύπρου, μια διακηρυχθείσα έκφραση του οποίου ήταν και η «δημιουργία τριγώνου (συμμαχίας) Ελλάδας, Κύπρου, Συρίας» για αντιμετώπιση της Τουρκίας. Με αποτέλεσμα ο τότε Έλληνας υπουργός Εθνικής Άμυνας, που προσπάθησε για σκοπούς εσωτερικής κατανάλωσης να προβάλλει τη Συρία ως μέρος τέτοιας συμφωνίας, μετά από επίσκεψη στη Δαμασκό τον Ιούνιο του 1995, να υποστεί ψυχρολουσία από διαψεύσεις της συριακής κυβέρνησης, που ανησυχούσε για τυχόν τουρκικές αντιδράσεις. Δυστυχώς δεν αντελήφθησαν τότε ορισμένοι ότι η μεταψυχροπολεμική Συρία, χωρίς στήριξη από την πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση, ήταν εξαιρετικά ευάλωτη και εκτεθειμένη. Ότι παρά την άριστη συνεργασία μας σε πολιτικό επίπεδο, το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε ήταν στρατιωτική αντιπαράθεση με την Τουρκία που στήριζαν ΝΑΤΟ και Αμερική.

Σήμερα το σλόγκαν έχει τροποποιηθεί και καλεί για στρατιωτική συμμαχία Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ, που είναι επίσης εξωπραγματική και που ούτε η επίκληση της ρήσης του Θουκυδίδη από ορισμένους, περί κοινού συμφέροντος, τη σώζει. Οι στρατιωτικές συμμαχίες είναι περίπλοκο ζήτημα διεθνών σχέσεων και καθοριστικός λόγος σύμπτυξης τους – συμφωνά με μια ευρύτερα αποδεχτή εκδοχή του Τζορτζ Λίσκα- είναι η αντίληψη περί κοινής απειλής από τρίτη χώρα κατά των συμβαλλομένων. Αυτό δεν ισχύει ποσώς στην περίπτωσή Κύπρου – Ισραήλ, οπότε, πέραν άλλων περιπλοκών που δεν είναι του παρόντος, δεν υπάρχει ούτε και βάση για συμμαχία: Το Ισραήλ εκλαμβάνει σοβαρές απειλές από τον άμεσο περίγυρο του και από οργανώσεις που δρουν στην περιοχή, καθώς και από το Ιράν. Η Κύπρος, από την άλλη, εκλαμβάνει σοβαρή απειλή από τις τουρκικές κατοχικές δυνάμεις και τις επιδιώξεις της πανίσχυρης Τουρκίας. Όμως για τους Ισραηλινούς, παρά την ένταση με την πρώην στρατηγικό τους εταίρο, η Τουρκία δεν αποτελεί εχθρό, όπως δηλώνουν επισήμως. Αντίθετα - αν και δύσκολο βραχυπρόθεσμα – προσβλέπουν σε αποκατάσταση των σχέσεων τους. Ούτε για την Κύπρο οι χώρες της περιοχής αποτελούν απειλή, ενώ παραδοσιακά, Λευκωσία και Αθήνα έχουν καλές σχέσεις με τον αραβικό κόσμο, με θετικά αποτελέσματα στο Κυπριακό.

Αυτό φυσικά δεν αποκλείει άλλες μορφές συνεργασίας ούτε και κάποιου είδους αμυντικές συμφωνίες με το Ισραήλ. Την ίδια ώρα όμως χρειάζονται προσεχτικοί χειρισμοί και διπλωματικές - όχι στρατιωτικές - «εξισορροπήσεις» ώστε να μην δημιουργηθούν αρνητικές εντυπώσεις για την Κύπρο στις αραβικές χώρες και τους Παλαιστινίους. Αυτό καθίσταται ιδιαίτερα λεπτό ζήτημα, όταν η Τουρκία με την πρόσφατη αντιισραηλινή συμπεριφορά, δημιουργεί προϋποθέσεις για ενίσχυση της δικής της επιρροής και ίσως πρόσφορο έδαφος για προώθηση της λεγόμενης ΤΔΒΚ σε χώρες της περιοχής.

Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2011

ΝΕΑ ΕΝ ΔΥΝΑΜΕΙ ΕΚΡΗΞΗ ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ;

Κίνδυνοι
και επιπτώσεις
νέας ανάφλεξης
στην περιοχή

Του δρα Άριστου Αριστοτέλους

Καθώς τα γεγονότα στη Λιβύη και Συρία απορροφούν διεθνώς την προσοχή, μια άλλη διαφαινόμενη εξέλιξη σχετικά με το Παλαιστινιακό, ενδέχεται να πυροδοτήσει εκρήξεις με επιπτώσεις στη Μέση Ανατολή.

Η εσωτερική πάλη μεταξύ Παλαιστινίων, της Φατάχ και της Χαμάς, για έλεγχο της πορείας του νέου κράτους, που προφανώς θα μπορούσε να αναγνωρισθεί στη σύνοδο του ΟΗΕ αν συμφωνούσαν και οι ΗΠΑ– άσχετα αν διαφωνεί το Ισραήλ – πιθανό να πάρει νέα τροπή, παρά τη συμφιλίωση που είχε επιτευχθεί.

Ήταν μια σύγκρουση που βέβαια καλλιεργούσε και το Ισραήλ κρατώντας διχασμένους τους Παλαιστινίους. Η Φάταχ, που ηγείται της Παλαιστινιακής Αρχής και εκπροσωπεί το υπό αναγνώριση κράτος διεθνώς, δεν ευνοεί τη βία με το Ισραήλ και είναι περισσότερο ευθυγραμμισμένη με τις λεγόμενες μετριοπαθείς αραβικές χώρες όπως η Αίγυπτος. Από την άλλη η Χαμάς - θρησκευτική, πολιτική και παραστρατιωτική οργάνωση - που ελέγχει τη Λωρίδα της Γάζας, εντάσσει το ρόλο ενός παλαιστινιακού κράτους στις ευρύτερες ισλαμικές επιδιώξεις. Και ενώ δεν αποκηρύσσει την καταστροφή του Ισραήλ, είναι υποχρεωμένη επί του παρόντος να τηρεί εκεχειρία με το Τελ Αβιβ.

Με την Αίγυπτο να συνεχίζει την πολιτική Μουμπάρακ απέναντι στο Ισραήλ και να επιβάλλει ασφυκτικούς περιορισμούς στη δράση της Χαμάς, η οργάνωση θα είναι σε ακόμη πιο δυσχερή θέση και αποδυναμωμένη εάν μετά από αναγνώριση του νέου κράτους στον ΟΗΕ η Φάταχ γίνει πιο ισχυρή. Μόνο με την ακύρωση της υφιστάμενης στάσης του Καΐρου απέναντι στο Ισραήλ ή την ανάδειξη στην εξουσία κυβέρνησης με ισλαμική ατζέντα στην Αίγυπτο, η Χαμάς θα ήλπιζε να εξέλθει από αυτό τον κλοιό ενισχυμένη.

Ο πιθανότερος τρόπος επίτευξης του στόχου αυτού θα ήταν μέσω χρεοκοπίας της πολιτικής Αιγύπτου και Φάταχ. Πρόκληση επεισοδίων – π.χ. εκτόξευση πυραύλων κατά του Ισραήλ, χωρίς απαραίτητα να φαίνεται η Χαμάς όπως πιστεύται ότι συνέβηκε τον περασμένο Αύγουστο - σε σημείο που θα προκαλούσαν ισραηλινά αντίποινα κατά παλαιστινιακών στόχων, θα ήταν στρατηγική που θα υπηρετούσε την πολιτική αυτή. Θα έβαζε τη Φάταχ σε δυσχερή θέση έναντι των Παλαιστινίων και του αραβικού κόσμου και θα εξανάγκαζε το Κάιρο - ένεκα και εσωτερικής κατακραυγής - σε αντίδραση και διαταραχή των σχέσεων με το Ισραήλ, που ήδη άρχισε να καλεί εφεδρείες σε επιφυλακή.

Μια τέτοια εξέλιξη, που υποβοηθείται και από την ένταση μεταξύ Άγκυρας - Τελ Αβίβ, θα δημιουργούσε νέους κινδύνους, αστάθεια και συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή. Θα προέκυπταν δεδομένα που θα επηρέαζαν τα πολιτικά δρώμενα σε χώρες όπως η Συρία και ο Λίβανος, καθώς και άλλους ενδιαφερόμενους όπως οι ΗΠΑ, η ΕΕ, η Σαουδική Αραβία και το Ιράν. Η Κύπρος ένεκα των σχέσεων που διατηρεί στην περιοχή δεν θα εξαιρεθεί από τις επιδράσεις της κατάστασης αυτής. Απαραίτητη προϋπόθεση διαφύλαξης των συμφερόντων της, η στενή παρακολούθηση των εξελίξεων και οι μελετημένοι χειρισμοί.

Πέμπτη 25 Αυγούστου 2011

ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΟ ΛΙΒΥΚΟ ΕΜΦΥΛΙΟ ΠΟΛΕΜΟ

Λιβύη: Ο πόλεμος τερματίζεται,

η μάχη για εξουσία αναμένεται


Του δρα Άριστου Αριστοτέλους





Mε την είσοδο των δυνάμεων των εξεγερθέντων στην Τρίπολη, η κατάρρευση του καθεστώτος Καντάφι δεν είναι πια θέμα αν θα πραγματοποιηθεί, αλλά πόσο σύντομα θα επιτευχθεί. Πιο κρίσιμο ωστόσο είναι το ερώτημα τι θα γίνει με την αλλαγή του καθεστώτος στη μετά τον Καντάφι εποχή και γιατί η κρίση και αστάθεια στη Λιβύη πιθανόν να συνεχίσουν ακόμη για πολύ;



Οι ομάδες των εξεγερθέντων από τις διάφορες περιοχές της χώρας – δυτικοί, ανατολικοί, ορεινοί. Άραβες, ισλαμιστές, νομάδες, φυλές κ.λπ - δρουν σήμερα κάτω από την ομπρέλα του Εθνικού Μεταβατικού Συμβουλίου (ΕΜΣ). Όλους τους ενώνει ο υπέρτατος στόχος της απαλλαγής της χώρας από τον «Αδελφό Ηγέτη» και άσχετα με το εκτόπισμα και την ισχύ τους έχουν προσφέρει άνδρες και αίμα σε πολλά μέτωπα στο λιβυκό εμφύλιο πόλεμο. Η κάθε μια αναμένει ότι θα έχει λόγο, ρόλο, μερίδιο εξουσίας και οικονομικό όφελος στη νέα τάξη πραγμάτων.



Όμως πώς θα αντιδράσουν μετά που ο κύριος στόχος που τους ενώνει θα έχει επιτευχθεί και ο Καντάφι θα πάψει να υφίσταται ή έστω θα συνεχίσει για κάποιο χρονικό διάστημα να αντιστέκεται χωρίς να έχει τον έλεγχο του κράτους; Πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα όταν αρχίσουν οι διεργασίες για την εγκαθίδρυση του νέου καθεστώτος, μετά που θα κατακερματιστεί το υφιστάμενο μωσαϊκό ενότητας των εξεγερθέντων; Θα υπάρξει η απαιτούμενη ωριμότητα, αυτοσυγκράτηση, συναίνεση και συνεργασία ώστε να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά το έργο της ανοικοδόμησης της χώρας; Να εδραιωθεί η ασφάλεια, να προωθηθεί ο εκδημοκρατισμός της πολιτικής ζωής, η ανασυγκρότησης της κοινωνίας και της οικονομίας και η ανάπτυξης; Το πιθανότερο είναι να αρχίσουν οι διαφωνίες, οι τριβές και οι συγκρούσεις για τη νομή της εξουσίας και για το μερίδιο του πολιτικού και οικονομικού οφέλους που πιστεύουν ότι τους αναλογεί, ενώ νέο κράτος θα δυσκολεύεται να συγκροτηθεί.


Η ανησυχία αυξάνεται αν αναλογισθεί κανείς ότι οι ομάδες έχουν στην κατοχή τους αρκετά πολεμοφόδια και οπλισμό και έχουν εκπαιδευθεί στη χρησιμοποίηση τους. Ο κίνδυνος είναι ότι η αντιπαράθεση θα προεκταθεί στη χρήση στρατιωτικής βίας για την επίλυση διαφορών. Έτσι εκεί που αναμένεται πως με την κατάρρευση του καθεστώτος Καντάφι ο πόλεμος οδεύει προς το τέλος του, οι μάχες ενδέχεται να συνεχίσουν, με τη διαφορά ότι τώρα θα είναι μεταξύ εξεγερθέντων και όχι απλώς μεταξύ Κανταφικών και αντικαθεστωτικών.


Παρόμοια γεγονότα έχουν καταγραφεί με την αλλαγή του καθεστώτος στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, δημιουργώντας συνθήκες αστάθειας που συνεχίζουν να ταλανίζουν τις δύο χώρες μέχρι σήμερα. Υπάρχουν λοιπόν μαθήματα και στις δύο περιπτώσεις που αν οι ενδιαφερόμενοι τα είχαν μελετήσει, ίσως να μπορούσαν να αποφευχθούν τα χειρότερα στη Λιβύη.


Δεδομένου του ιστορικού των ομάδων αυτών, των τάσεων και αντιλήψεων που τις διακρίνουν, τα πράγματα προβλέπονται δύσκολα. Η σύγκρουση πιθανόν και να είναι αναπόφευκτη και η κρίση και η αστάθεια στη χώρα μακράς διάρκειας και ίσως αιματηρή. Το ΕΜΣ έχει πολύ δύσκολο έργο να επιτελέσει και η Κύπρος θα πρέπει να σταθεί στο πλευρό των επίσημων εκπροσώπων του νέου καθεστώτος, για να βοηθήσει στο μέτρο των δυνατοτήτων της στην οικοδόμηση της ειρήνης και της σταθερότητας στη Λιβύη.


Δευτέρα 1 Αυγούστου 2011

ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

Τουρκία: Το τέλος των στρατηγών;


Του δρα Άριστου Αριστοτέλους

Η παραίτηση του Αρχηγού του Επιτελείου των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων (ΤΕΔ) και των Αρχηγών των Τριών Κλάδων λίγο πριν τη συνεδρία του Ανώτατου Στρατιωτικού Συμβουλίου σηματοδοτούν καμπή στη συνεχιζόμενη πάλη ισχύος μεταξύ πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας για τον έλεγχο του κράτους, υπέρ των πολιτικών. Αποτελεί όμως η εξέλιξη αυτή την αρχή του τέλους της ηγεμονίας των στρατηγών; Ποιες οι επιδράσεις της στις διεθνείς σχέσεις της χώρας και στο Κυπριακό;

Το πανίσχυρο τουρκικό στρατιωτικό κατεστημένο κάτω από το βάρος των μεταρρυθμίσεων για εναρμόνιση με το ευρωπαϊκό κεκτημένο και αποδυναμωμένο από την υπόθεση Ergenekon - της συνωμοσίας για στρατιωτική ανατροπή της κυβέρνησης - βρισκόταν το τελευταίο διάστημα σε συνεχή άμυνα. Τώρα φαίνεται και να υποχωρεί. Η ισλαμική κυβέρνηση ενισχυμένη από τις πρόσφατες εκλογές και την κατάσταση της οικονομίας, παίρνει για πρώτη φορά το πάνω χέρι στο παραδοσιακά ελεγχόμενο από τους στρατηγούς Ανώτερο Στρατιωτικό Συμβούλιο – υπεύθυνο για σειρά πραξικοπημάτων στην χώρα. Προχωρεί επιβάλλοντας αφυπηρετήσεις και προαγωγές της έγκρισης της και απλώνει τα πλοκάμια του ελέγχου της στο στράτευμα.

Η αξίωσή της από την προηγούμενη ηγεσία να αποπέμψει από τις τάξεις των ΤΕΔ στελέχη που ενεπλάκησαν στην Ergenekon, οδήγησε στις παραιτήσεις των τεσσάρων Αρχηγών. Παραιτήθηκαν γιατί, από τη μια, δεν ήθελαν να ενδώσουν στους πολιτικούς, και από την άλλη, για να μην καταστούν συνυπεύθυνοι στη θυματοποίηση συναδέλφων. Η αντικατάσταση τους με άλλους στρατιωτικούς της εμπιστοσύνης του Ερντογάν ήταν φυσιολογική.

Αντίθετα με το τι προσδοκούσαν οι παραιτηθέντες, δεν υπήρξε ούτε κρίση, ούτε έντονες αντιδράσεις εντός των Ενόπλων Δυνάμεων και στο πολιτικό στερέωμα, ώστε να ανατραπούν τα σχέδια των κυβερνώντων, όπως θα συνέβαινε σε άλλες εποχές. Αυτό ίσως να σημαίνει ότι άρχισε να γίνεται κουλτούρα και στην Τουρκία η αποδοχή υποταγής των στρατιωτικών στην εκλεγμένη πολιτική ηγεσία, στο πρότυπο των δυτικών κοινωνιών.

Βέβαια είναι πρόωρο να εξαχθεί το οριστικό συμπέρασμα ότι η εξέλιξη αυτή, αν και πολύ σημαντική, σημαίνει το τέλος της κυριαρχίας των στρατιωτικών. Η επιρροή τους είναι βαθειά ριζωμένη σε όλες τις βαθμίδες των ΤΕΔ και γενικότερα στην τουρκική κοινωνία. Ούτε και μπορεί, τουλάχιστο επί του παρόντος, η κυβέρνηση να συγκρουστεί μαζί τους και να τους παραμερίσει από το να έχουν βαρύνουσα άποψη – ίσως και πρώτο λόγο - όπως και πριν στα θέματα ασφάλειας της χώρας.

Στο διεθνές πολιτικό περιβάλλον η Τουρκία ούτως ή άλλως διαδραματίζει ρόλο περιφερειακής δύναμης –κάτι που της επιβάλλει το δημογραφικό, οικονομικό και στρατιωτικό εκτόπισμα και η ισχύς της, καθώς και η γεωγραφία και οι εξελίξεις στον περίγυρο της. Πρόκειται για δεδομένα που ωθούν την Τουρκία στην κατεύθυνση μιας πιο ανεξάρτητης από την Ουάσιγκτον και την Ευρώπη εξωτερικής πολιτικής, πιο φιλόδοξης και διεκδικητικής, που εκ των πραγμάτων θα συνεχίσει να αναπτύσσεται ανεξάρτητα από την τύχη των στρατιωτικών.

Το ίδιο ισχύει σε μεγάλο βαθμό και στο Κυπριακό. Παρά το ό,τι θα έβλεπε κανείς θετικά τον εξευρωπαϊσμό της Τουρκίας και στην προκειμένη περίπτωση τη σημαντική αλλαγή στο συσχετισμό δυνάμεων υπέρ των πολιτικών, ωστόσο οι αντιλήψεις των κυβερνώντων δεν διαφέρουν από εκείνες των στρατηγών για τη σημασία της Κύπρου για την ασφάλεια της χώρας, αν και στο Κυπριακό η κυβέρνηση Ερντογάν θέλει να παρουσιάζεται κάπως πιο ευέλικτη διεθνώς. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι ανεξάρτητα από τις διαμορφούμενες σχέσεις στρατιωτικών και πολιτικών, με την ανάπτυξη της χώρας ως ισχυρής περιφερειακής δύναμης και τα τεράστια οικονομικά προβλήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της αδυναμίας της να κατοχυρώσει την ασφάλεια των μελών της, το διαπραγματευτικό τοπίο στο Κυπριακό θα ευνοεί ολοένα και περισσότερο το τουρκικό στοιχείο.

Τέλος, ενόσω υπάρχει σταθερότητα στην Τουρκία και η κυβέρνηση Ερντογάν παραμένει ισχυρή, ο συσχετισμός δυνάμεων στην πάλη ισχύος με τους στρατιωτικούς θα την ευνοεί. Είναι δύσκολο όμως να προβλέψει κανείς πώς το θέμα των συνταγματικών μεταρρυθμίσεων θα εξελιχθεί ή αν το Κουρδικό πρόβλημα θα οδηγήσει σε νέα μεγάλης κλίμακας σύγκρουση και αιματοχυσία και αν κάποια κρίση στην περιοχή, που επηρεάζει την ασφάλεια της χώρας, τελικά θα επαναφέρουν στο προσκήνιο τους στρατηγούς.
1/08/2011

Παρασκευή 29 Ιουλίου 2011

ΤΑ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ 2011

ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ

ΚΕΝΤΡΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ
Ανάλυση Άριστου Αριστοτέλους


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ - ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ
Η Κυπριακή Δημοκρατία έχει αξιόλογες χερσαίες δυνάμεις, λαμβανομένων υπόψη των μικρών μεγεθών της. Ωστόσο οι εξαιρετικά περιορισμένες δυνατότητες και πόροι που διαθέτει σε σύγκριση με την τουρκική πλευρά, η μικρή έκταση εδάφους – χωρίς βάθος - για να αμυνθεί και η εγγύτητα της Τουρκία στο νησί, σε αντίθεση με την Ελλάδα, αποτελούν τις σημαντικότερες μόνιμες αδυναμίες της κυπριακής άμυνας. Επιχειρησιακά τα μεγάλα κενά και η τρωτότητά της άμυνας της βρίσκονται στον αέρα και τη θάλασσα, όπου η Τουρκία ένεκα της σημαντικής στρατιωτικής της ισχύος έχει σχεδόν πλήρη υπεροχή.


Οι διαπιστώσεις αυτές επιβάλλουν παράλληλα με την προσπάθεια διατήρησης αυξημένης επιχειρησιακής ικανότητας των χερσαίων δυνάμεων της Εθνικής Φρουράς (Ε.Φ.), τη μεγαλύτερη δυνατή συμπλήρωση των κενών στην αντιαεροπορική άμυνα και στην αντιμετώπιση της ναυτικής απειλής. Ιδιαίτερη σημασία προσλαμβάνει επίσης η ενίσχυση των αεροπορικών και ναυτικών δυνατοτήτων, καθώς και των αρμόδιων συντονιστικών φορέων, για την αντιμετώπιση πιθανής κρίσης ή θερμού επεισοδίου και την εξασφάλιση των ζωτικών εναέριων και θαλάσσιων συμφερόντων της Δημοκρατίας. Σε στρατηγικό επίπεδο επιβάλλεται η περαιτέρω αξιοποίηση της στρατιωτικής συνεργασίας με την Ελλάδα και η αύξηση του επιχειρησιακού κόστους για τον αντίπαλο, πρακτική που ακολουθείται σε διμερές ή πολυμερές επίπεδο και από άλλα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην αντιμετώπιση κοινών απειλών τις οποίες η Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας αδυνατεί να καλύψει.

Η μεγάλη πίεση που ασκείται στα δημόσια οικονομικά και στις αμυντικές δαπάνες ένεκα της οικονομικής κρίσης - ενώ δεν πρέπει να αδρανοποιεί τα εξοπλιστικά προγράμματα ενόσω τα κατοχικά στρατεύματα βρίσκονται στο νησί – καθιστά επιτακτική την ανάγκη αξιοποίησης σύγχρονων μεθόδων διοίκησης, οι οποίες ταυτόχρονα με την εξοικονόμηση πόρων, να αυξάνουν την ευελιξία, αποδοτικότητα και επιχειρησιακή ικανότητα της Ε.Φ.

Η υποκίνηση του ανθρώπινου δυναμικού, η ανύψωση του φρονήματος και του ηθικού των στελεχών και των κληρωτών, όπως και η συστηματική εκπαίδευση και επιμόρφωση είναι επιβαλλόμενες ενέργειες για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της Ε.Φ.. Οι δράσεις αυτές είναι συνυφασμένες με τους στόχους της αμυντικής πολιτικής, καθώς και την ανάγκη επίλυσης τρεχουσών και άλλων χρονιζόντων προβλημάτων των επαγγελματιών στρατιωτικών.

Η ύπαρξη της εφεδρείας βελτιώνει αισθητά τους συσχετισμούς δυνάμεων με την αντίπαλη πλευρά, γεγονός που υπογραμμίζει και την ανάγκη αποτελεσματικής αξιοποίησης της. Η ενίσχυση του αξιόμαχου της εφεδρείας, που αποτελεί τη σπονδυλική στήλη της κυπριακής άμυνας, είναι απαραίτητη προϋπόθεση σε οποιοδήποτε προγραμματισμό μείωσης της θητείας, όπως και η υλοποίηση του προγράμματος αναδιοργάνωσης της Ε.Φ., εξασφάλισης των αναγκαίων εξοπλιστικών μέσων και προώθησης του θεσμού των επαγγελματιών στρατιωτών.

Ο εκσυγχρονισμός της νομοθεσίας με τον Περί Εθνικής Φρουράς Νόμο, που προώθησε το υπουργείο Άμυνας προσφάτως, συμβάλλει στη δημιουργία πλαισίου πιο εύρυθμης λειτουργία του αμυντικού συστήματος. Οι πρόνοιες του δημιουργούν δυνατότητες καλύτερης αξιοποίησης και βελτίωσης των λειτουργιών διαφόρων κέντρων διαμόρφωσης και λήψης αποφάσεων στα υψηλότερα στρώματα της ηγεσίας του αμυντικού τομέα, και έπεται ότι θα σφυρηλατηθούν.

Διαπιστώσεις για τα στρατιωτικά στοιχεία του 2011
Τα αριθμητικά στοιχεία στο στρατιωτικό τομέα στις αντίπαλες πλευρές στην Κύπρο το 2011, με εξαίρεση κάποιες πρόσφατες αγορές υλικού από την Ε.Φ., φανερώνουν ότι από το 2002 μέχρι σήμερα οι συσχετισμοί δυνάμεων παραμένουν ουσιαστικά αμετάβλητοι.



Πιο συγκεκριμένα η κατάσταση έχει ως ακολούθως:
Το ανθρώπινο στρατιωτικό δυναμικό της Ε.Φ. ανέρχεται γύρω στις 12.000 και οι έφεδροι στις 50.000. Μαζί με τους 950 της ΕΛΔΥΚ, οι δυνάμεις στο στρατόπεδο της Κυπριακής Δημοκρατίας φθάνουν τις 62.950. Η δύναμη των τουρκικών κατοχικών δυνάμεων παραμένει από το 2002 σταθερά στις 36.000. Μαζί με τους 5.000 Τουρκοκύπριους ενόπλους και τις 26.000 Τουρκοκύπριους εφέδρους ανέρχονται στις 67.000.
Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι για κάθε ένα Εθνοφρουρό αναλογούν τρεις Τούρκοι στρατιώτες. Όσον αφορά στο σύνολο του ανθρώπινου στρατιωτικού δυναμικού στις αντίπαλες πλευρές οι αναλογίες είναι σχεδόν ένας προς ένα, δηλαδή διαφοροποιούνται προς όφελος της κυπριακής πλευράς.

Τα άρματα μάχης στην Εθνική Φρουρά ανέρχονται στα 179 και εκείνα των κατοχικών στρατευμάτων στα 449 (441Μ-48Α5Τ1/Τ2 και 8 Μ-48 Α2 εκπαιδευτικά). Για κάθε άρμα μάχης της Εθνικής Φρουράς αναλογούν 2.5 τουρκικά. Λαμβανομένων ωστόσο υπόψη και των 61 αρμάτων της ΕΛΔΥΚ η αναλογία μειώνεται σε ένα άρμα της Ε.Φ. για κάθε 1.8 τουρκικά.
Τα τουρκικά άρματα μάχης έχουν εκσυγχρονισθεί και διατηρούνται σε καλή επιχειρησιακή κατάσταση. Για συμπλήρωση του ποιοτικού κενού που είχε δημιουργηθεί, η Κύπρος προχώρησε φέτος στην αντικατάσταση αριθμού ΑΜΧ – 30 με ρωσικά Τ-80U.

Τα Τεθωρακισμένα Οχήματα Μεταφοράς Προσωπικού (ΤΟΜΠ) και Μάχης στην Εθνική Φρουρά ανέρχονται συνολικά στα 402 και στις κατοχικές δυνάμεις στα 627. Από αυτά τα 361 είναι τουρκικής κατασκευής τύπου ΑΑΡC και τα 266 αμερικανικής τύπου Μ-133.

Αμυντικές δαπάνες
Η Κύπρος το 2010 ήταν η τέταρτη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση με το υψηλότερο ποσοστό από το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν ( ΑΕΠ) της που διατέθηκε για την άμυνα (2.0%). Πρώτη ήταν η Ελλάδα με 3.05% και ακολουθούσε το Ηνωμένο Βασίλειο (2.71%) και η Γαλλία (2.05%). Στο διάστημα μεταξύ 2005 – 2011η Κύπρος παρουσιάζεται να έχει διαθέσει για τη άμυνα της περισσότερα από το μέσο όρο των αμυντικών δαπανών των ευρωπαϊκών χώρων ως ποσοστό επί του ΑΕΠ.

(Τα ποσοστά για το 2011 είναι, είτε προϋπολογισθέντα, βάση των προϋπολογισμών για το χρόνο αυτό, είτε προβλεπόμενα).



Πηγές : Τα στοιχεία προέρχονται από ανοικτές και έγκυρες πηγές, προσβάσιμες στο κοινό και περιλαμβάνουν το Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών Λονδίνου, το SIPRI, το NATO, τον ΟΑΣΕ, το Τμήμα Στατιστικής και Ερευνών της Κυπριακής Δημοκρατίας και άλλα.


29 Ιουλίου 2011

Σάββατο 23 Ιουλίου 2011

Το Δυστύχημα στη Ναυτική Βάση "Ευάγγελος Φλωράκης"

ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ


ΣΤΟ ΜΑΡΙ ΝΑ ΕΙΧΕ ΑΠΟΦΕΥΧΘΕΙ;




Αρκετοί θέτουν το ερώτημα αν το τραγικό δυστύχημα της 11ης Ιουλίου στη ναυτική βάση στο Μαρί θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί. Βέβαια είναι πολύ εύκολο και ασφαλές να μιλά κανείς και να κρίνει μετά που κάτι έχει συμβεί. Το θέμα είναι κατά πόσο μπορείς να προλάβεις το δυστύχημα πριν εκδηλωθεί.

Αν μετά από την τραγωδία ήταν δυνατό να γύριζε ο χρόνος πίσω, τότε όσοι αναμίχθηκαν στην υπόθεση αυτή, θα είχαν ενεργήσει εντελώς διαφορετικά και το ατυχές γεγονός δεν θα είχε ποτέ συμβεί. Δυστυχώς ο χρόνος δεν γυρίζει πίσω και όλα αυτά λέγονται εκ των υστέρων. Η πραγματικότητα είναι ότι την ώρα που διαδραματίζονται τα γεγονότα, οι αποφάσεις και οι ενέργειες των εμπλεκομένων υπόκεινται σε περιορισμούς και σε διαφόρου είδους επιδράσεις. Η προσπάθεια αξιοποίησης του χρόνου για καλύτερη εξυπηρέτηση του εθνικού συμφέροντος στο διεθνές πεδίο και η μη σωστή εκτίμηση και ανάλυση του βαθμού επικινδυνότητας πιθανόν να συνέβαλαν ανάλογα στους χειρισμούς επί του θέματος. Η αναβλητικότητα στον τρόπο λειτουργίας, λήψης και προώθησης αποφάσεων στον κρατικό μηχανισμό, όπως και προβλήματα επικοινωνίας ενδέχεται να είναι στο επίκεντρο των λόγων που οδήγησαν στο τραγικό συμβάν. Είναι μέσα από τη διερεύνηση αυτών των διεργασιών και του ρόλου των εμπλεκομένων μερών που θα αναζητηθούν και οι τυχόν ποινικές και πολιτικές ευθύνες και όχι μέσα από τα γραφεία των πολιτικών κομμάτων που ανάλογα με τις πεποιθήσεις και προκαταλήψεις τους τοποθετούνται δημοσίως.

Τέτοιες λειτουργικές ανεπάρκειες και συμπεριφορές όπως οι πιο πάνω, δεν διακρίνονται από ιδεολογήματα, κομματική προέλευση και χρώμα. Μπορεί να τις διαπιστώσει κανείς ανατρέχοντας σε δυστυχήματα εντός και εκτός Εθνικής Φρουράς (π.χ πτώση ελικοπτέρου Αρχηγού Εθνικής Φρουράς, η συμφορά «Ηλιος» κ.λπ). Θα τα εντοπίσει σε υποθέσεις της τελευταίας δεκαετίας που, είτε έχουν λυθεί, όπως για παράδειγμα η απρονοησία στο θέμα της λειψυδρίας το 2007, είτε σε άλλα ζητήματα που παραμένουν εκκρεμή από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, αρχές της δεκαετίας του 2000. Ως τέτοια είναι το θέμα του αποτεφρωτήρα του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας, της έλευσης φυσικού αερίου στην Κύπρο και η εκκρεμότητα γύρω από την αγορά και τη μη λειτουργία του συστήματος εναέρια κυκλοφορίας «Λεύκο». Πρόκειται για προβλήματα που ταλανίζουν ακόμη το κυπριακό δημόσιο και καταβάλλονται προσπάθειες από μέρους της κυβέρνηση, η οποία τα κληρονόμησε, για να δοθούν οριστικές λύσεις.

Συνεπώς λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, η απάντηση στο ερώτημα είναι απλή: Ναι τόσο το συγκεκριμένο συμβάν όσο και άλλα που έγιναν στο παρελθόν, πιθανότατα να είχαν αποφευχθεί, αν γινόταν σωστή αξιολόγηση των κινδύνων, αν εφαρμόζονταν πιστά οι διαδικασίες αντιμετώπισής των και αν σαν πολιτεία, σαν κυβερνήσεις, σαν πολιτικά κόμματα και σαν κρατικοί φορείς παραμερίζαμε όλες τις προαναφερθείσες δυσλειτουργίες και νοοτροπίες και ιεραρχούσαμε την ασφάλεια στην πράξη ως πρώτη επιλογή.




Δρ Άριστος Αριστοτέλους




18.07.2011







Παρασκευή 8 Ιουλίου 2011

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΕΕ, ΙΟΥΛΙΟΣ 2012

ΠΡΟΤΕΡΑΙΤΟΤΗΤΕΣ
ΠΟΛΩΝΙΚΗΣ
ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ

ΚΑΙ Η ΚΥΠΡΟΣ


Του δρα Άριστου Αριστοτέλους
Πρώην Βουλευτή,
Ειδικού σε θέματα στρατηγικής

Η ανάληψη της εξάμηνης προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) από τη Βαρσοβία πριν λίγες μέρες, είναι ενδιαφέρον πως θα εξελιχθεί και ποιες προτεραιότητες θα μπορέσει τελικά να προωθήσει κάτω από τις δύσκολες συνθήκες που υπάρχουν στην Ευρώπη και την οικονομική κρίση που διέρχεται. Η παρακολούθηση και μελέτη των εξελίξεων γύρω από την πολωνική προεδρία είναι του άμεσου ενδιαφέροντος της Κύπρου που θα προεδρεύσει της ΕΕ το δεύτερο εξάμηνο του χρόνου που ακολουθεί.

Η πολωνική προεδρία της ΕΕ, όπως και οι δύο τελευταίες του Βελγίου και της Ουγγαρίας είναι βασικά μειωμένη σε σημασία από ό, τι προηγουμένως. Από την 1η του Γενάρη του 2010, που τέθηκε σε εφαρμογή η Συνθήκης της Λισαβόνας και δημιουργήθηκε ο μόνιμος πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Ένωσης, η εναλλασσόμενη προεδρία μεταξύ των χωρών μελών υπόκεινται σε επικαλύψεις και σε κάποιο βαθμό έχει επισκιασθεί. Την ίδια ώρα η διαχείριση της κρίσης στη ζώνη του ευρώ έχει ωθήσει μεγάλες χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία σε διεργασίες που σε ορισμένες περιπτώσεις παραμέρισαν ακόμη και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

Η πολωνική προεδρία βέβαια έχει θέσει τις προτεραιότητες της: Καλύτερη συνεργασία και συνοχή των μελών της Ε.Ε, οικονομική ανάπυξκη, ισχυρή Ένωση και περαιτέρω ολοκλήρωση, όχι Ευρώπη δύο ταχυτήτων, ενίσχυση των σχέσεων με τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, μεγαλύτερη αλληλεγγύη προς τα κράτη της κεντρικής Ευρώπης στους τομείς της ασφάλειας και άμυνας και απεξάρτηση στο θέμα της ενέργειας από το εξωτερικό ( εννοεί τη Ρωσία, την επιρροή της οποίας η Βαρσοβία βλέπει με ανησυχία , κυρίως για ιστορικούς λόγους, να αναπτύσσεται στην περιοχή).

Στην προώθηση των θεμάτων αυτών η πολωνική προεδρία, όπως και αυτές της Δανίας και της Κύπρου, που θα ακολουθήσουν το 2012, έχει να αντιμετωπίσει ορισμένες από τις σοβαρότερες μέχρι σήμερα προκλήσεις στην ΕΕ. Το σοβαρότερο είναι ότι η Ένωση υπόκεινται σε δοκιμασία αντοχής (stress test) όσον αφορά το ευρώ, τη Σιέγκεν, την Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας και την πολιτική γειτονίας, που είναι θέματα με βασανιστικά ερωτήματα, πλείστα από τα οποία οι ευρωπαίοι εταίροι θα παιδεύονται πολύ ακόμη για να απαντήσουν. Άλλος περιορισμός είναι ότι περίπου το 85% των θεμάτων που θα χειριστεί η Πολωνία, όπως και οι επόμενες χώρες που θα προεδρεύσουν της ΕΕ, είναι κληρονομιά από προηγούμενες προεδρίες και μόνο το 5% θα αφορά τα ζητήματα που η ίδια έχει ιεραρχήσει για να προωθήσει. Επιπλέον δεν πρέπει να αγνοείται το γεγονός ότι το εξάμηνο αυτό της πολωνικής προεδρίας, φέτος, και της κυπριακής, τον επόμενο χρόνο, είναι περίοδος μακρών διακοπών ένεκα του θέρους και των εορτασμών των Χριστογέννων, οπότε και οι μηχανισμοί της ΕΕ στις Βρυξέλλες είναι μειωμένης απόδοσης για αρκετό μέρος του Ιουλίου, του Αυγούστου και του Δεκεμβρίου. Επίσης οι εθνικές εκλογές στην Πολωνία τον Οκτώβριο και οι προεδρικές εκλογές στην Κύπρο το Φεβρουάριο του 2013 σίγουρα θα απορροφήσουν - σε μεγαλύτερο βαθμό, στην πρώτη περίπτωση, και ίσως σε λιγότερο, στη δεύτερη - τη προσοχή της πολιτικής ζωής στο εσωτερικό, γεγονός που επιβάλλει στους διοργανωτές να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί ώστε αυτό να μην αποβεί σε βάρος της προεδρίας τους.

Η Πολωνία ωστόσο δεν είναι μια οποιαδήποτε χώρα μέλος της ΕΕ. Είναι η μεγαλύτερη γεωγραφικά και οικονομικά από τις πρώην σοσιαλιστικές που ενταχθήκαν στην Ένωση και θεωρεί τον εαυτό της όχι απλώς ως περιφερειακή δύναμη στην κεντρική Ευρώπη, αλλά και ως μια από της ηγέτιδες χώρες της ΕΕ. Αισθάνεται πως μια χώρα του εκτοπίσματος και της υπόστασης της μπορεί να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις της διοργάνωσης και στην αποτελεσματική αντιμετώπιση προβλημάτων, καθώς και στην προώθηση θεμάτων της Ένωσης. Η Βαρσοβία περίμενε από το 2004, που έγινε μέλος της Ένωσης, την ανάληψη της προεδρίας και δεν πρόκειται να παραμερίσει τους στόχους της ένεκα ιδρυματικών αλλαγών της Συνθήκης της Λισαβόνας και περιορισμών.

Έχει ήδη κάνει έκδηλη την πρόθεσή της να αξιοποιήσει τη θητεία της για να επηρεάσει την ΕΕ οικονομικά και στρατιωτικά, με βάση εθνικές της προτεραιότητες. Καταρχήν και για καλύτερη αξιοποίηση του χρόνου της θητείας της και επειδή η ίδια δεν ανήκει ακόμη στη ζώνη του ευρώ, τα προβλήματα της ευρωζώνης θα τα αφήσει μάλλον να τα διαχειριστούν τα κράτη μέλη που ανήκουν στο χώρο αυτό. Η ίδια θα δώσει έμφαση σε ζητήματα όπως ο προϋπολογισμός 2014 – 2020 και ιδιαίτερα το Ταμείο Συνοχής, από το οποίο η Πολωνία όπως και άλλες φτωχότερες χώρες ωφελείται με πολλά εκατομμύρια ευρώ, γι αυτό και αντιτίθεται σε οποιεσδήποτε περικοπές. Στα πλαίσια της πολιτικής της γειτονίας, θα προωθήσει με ιδιαίτερο ζήλο την ενίσχυση των σχέσεων της ΕΕ με χώρες της Ανατολικής Ευρώπης (ευνοεί την ένταξης της Ουκρανία στην Ένωση, αλλά και οι Βρυξέλλες δεν μπορούν να αγνοήσουν τη στάση της Ρωσίας) ελπίζοντας ότι μέσα από μια επιτυχία στο θέμα αυτό θα τονώσει ταυτόχρονα και το κύρος της διεθνώς. Θα θέσει θέμα εμβάθυνσης των σχέσεων ΕΕ – ΝΑΤΟ και διαμόρφωσης ευρωπαϊκής αμυντικής πολιτικής που θα στοχεύει στην προστασία των κρατών της κεντρικής Ευρώπης από εξωτερικές απειλές όπως η ίδια τις αντιλαμβάνεται και αξιολογεί – πράγμα που είναι δύσκολο να επιτευχθεί λαμβανομένων υπόψη των αποκλήσεων που υπάρχουν σ'αυτά τα ζητήματα από μέρους του συνόλου των χωρών μελών. Πρόθεση της βασικά μέσα από τις διεργασίες αυτές είναι μεταξύ άλλων να δοκιμάσει τη στάση και το ενδιαφέρον κυρίως της Βόννης και του Παρισιού και την αλληλεγγύη τους έναντι των προβλημάτων και των ανησυχιών των κρατών της ομάδας Βίζεγκραντ (Ουγγαρία, Τσεχία, Σλοβακία) της οποίας προβάλλει ως ηγέτιδα δύναμη, καθώς και των φτωχότερων χωρών στην περιφέρεια της ΕΕ.

Όλα τα ανωτέρω δεδομένα, περιοριστικά στοιχεία και προβληματισμοί θα πρέπει ασφαλώς να παρακολουθούνται και λαμβάνονται υπόψη από τη Λευκωσία, τόσο στη διαμόρφωση όσο και στη ρεαλιστική ιεράρχηση των προτεραιοτήτων που έχουν τεθεί. Αυτό επιβάλλει η ανάγκη για καλύτερη προώθηση των εθνικών συμφερόντων, καθώς και η προσπάθεια δημιουργίας καλής εικόνας της Κύπρου στο εξωτερικών από μια πετυχημένη προεδρία της ΕΕ. Αυτό το στόχο έχουν καθήκον και υποχρέωση όλες οι πολιτικές δυνάμεις και η δημόσια υπηρεσία να εργαστούν στενά με την κυβέρνηση για να τον επιτύχουν.










8/7/2011

Σάββατο 18 Ιουνίου 2011

ΜΕΤΕΚΛΟΓΙΚΗ ΤΟΥΡΚΙΑ: ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ - ΚΥΠΡΙΑΚΟ

Του δρα Άριστου Αριστοτέλους



Με το πέρας των εκλογών της περασμένης Κυριακής στην Τουρκία, το κυβερνών ισλαμικό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΚΔΑ) και ο πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν, έχουν ενώπιον τους μια σειρά κρίσιμων προβλημάτων τα οποία θα πρέπει να χειριστούν. Η επίδραση των εσωτερικών προβλημάτων στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής και ιδιαίτερα στη γύρω περιοχή, καθώς και στις σχέσεις Άγκυρας με άλλους διεθνείς δρώντες και στο Κυπριακό, είναι καθ’ όλα δυνατή.


Καταρχήν oι εκλογές κατέδειξαν για ακόμη μια φορά τη βαθειά διαίρεση που υπάρχει στο πολιτικό και κοινωνικό τοπίο στην Τουρκία, καθώς και τη συνεχιζόμενη πάλη επικράτησης και ισχύος μεταξύ ισλαμιστών και κεμαλιστών ( κοσμικών ). Από την άνοδο του ΚΔΑ στην εξουσία, οι στρατιωτικοί - οι καθ’ ύλην θεματοφύλακες του κοσμικού κράτους – βρίσκονται συχνά σε συνεχή άμυνα. Η σύγκρουση όμως συνεχίζεται σε όλους τους τομείς και οι κοσμικοί και οι στρατηγοί, στην ανώμαλη αυτή διαδρομή περιμένουν τους ισλαμιστές στη στροφή.



Εκτός από την οικονομία, που βρίσκεται αντιμέτωπη με το φάσμα της ύφεσης και τη λήψη αντιλαϊκών μέτρων, από τα πρώτα πολύ μεγάλα ζητήματα στη μετεκλογική πάλη ισχύος, που θα απασχολήσουν τη χώρα, είναι η προώθηση των διακηρύξεων του Ερντογάν για συνταγματικές αλλαγές. Πρόκειται για ρυθμίσεις που αφαιρούν προνόμια από το ανώτατο δικαστήριο - όπου κυριαρχούν οι κοσμικοί - ενισχύουν τις εξουσίες του προέδρου και αποψιλώνουν περαιτέρω τους στρατιωτικούς.


Ωστόσο, όσον αφορά τουλάχιστον τις συνταγματικές αλλαγές, η κατανομή των εδρών στη βουλή, είναι τέτοια που επιβάλλει στον ΚΔΑ να επιδιώξει συγκλίσεις και συμβιβασμούς με αντιπολιτευόμενες δυνάμεις για να επιτύχει το στόχο αυτό. Δεδομένου του διακυβεύματος των επαφών, τέτοιες συγκλήσεις αν επιτευχθούν, θα σημαίνουν σημαντικές παραχωρήσεις και κόστος για την κυβέρνηση με πιθανές επιπτώσεις στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική.




Επιπλέον το ενδεχόμενο ενός νέου κύκλου αιματοχυσίας - αν δεν ικανοποιηθούν αιτήματα που ήδη έχει θέσει ο φυλακισμένος ηγέτης του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν, Αμπντουλάχ Οτσαλάν - παράλληλα με αρνητικές εξελίξεις στη γειτονική Συρία, θα μπορούσε να σύρει τη χώρα σε περιπέτειες και χαώδεις καταστάσεις, φέρνοντας και πάλι στο προσκήνιο τους στρατηγούς.



Από την άλλη, στο πεδίο των διεθνών σχέσεων, υπάρχει πλειάδα θεμάτων με σοβαρές προκλήσεις για την Τουρκία. Σ’ αυτά περιλαμβάνονται οι ασταθείς και αστάθμητες επιπτώσεις της Αραβικής Άνοιξης, τα ιρανικά σχέδια για πλήρωση του κενού ισχύος που δημιουργεί στο Ιράκ η αποχώρηση των Αμερικανών, η αναδυόμενη ρωσική επιρροή και ο ανταγωνισμό με την Αίγυπτο για την ηγεσία στην περιοχή. Η δε εξωτερική πολιτική της Τουρκίας για μηδενικά προβλήματα με τους γείτονές της έχει επί του παρόντος εκφυλισθεί, αφού ανοικτά μέτωπα συνεχίζουν να υπάρχουν με την Ελλάδα, την Κύπρο, την Αρμενία, το Ισραήλ και πιθανό με την Συρία όπου οι σχέσεις τους τελευταίως περπατούν σε τεντωμένο σχοινί. Το βασικό ερώτημα λοιπόν για την κυβέρνηση της χώρας είναι κατά πόσο θα μπορέσει να αρθεί υπεράνω των εσωτερικών της προβλημάτων και να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις αυτές.



Για να επιτευχθεί αυτό, η κυβέρνηση Ερντογάν απαιτείται να έχει τις λιγότερο δυνατές παρενοχλήσεις από το εσωτερικό. Οι ενδείξεις είναι ότι υπό το πρίσμα των σοβαρών εσωτερικών προβλημάτων, η Τουρκία στην εξωτερική της πολιτική, ναι μεν αναμένεται να συνεχίσει να λειτουργεί ως αναδυόμενη μεγάλη δύναμη, αλλά θα είναι και αρκετά τρωτή. Επίσης οι σχέσεις με τις ΗΠΑ και την ΕΕ θα συνεχίσουν να διακρίνονται από στοιχεία συνεργασίας αλλά και ουσιαστικών διαφορών και έντασης σε επί μέρους ζητήματα όπως η συνεργασία της Άγκυρας με το Ιράν και το Μεσανατολικό. Σε ό, τι αφορά τα ελληνοτουρκικά και την Κύπρο, ιδιαίτερα με την επικρατούσα κρίσιμη κατάσταση στο εσωτερικό, φαίνεται απομακρυσμένο το ενδεχόμενο, είτε ουσιαστικότερης βελτίωσης των σχέσεων στο άμεσο μέλλον με την Ελλάδα, είτε της λήψης θαρραλέων αποφάσεων για σεβασμό του πρωτοκόλλου της Άγκυρα και για υποχωρήσεις και σύντομη λύση στο Κυπριακό.













































16.06.2011























Τρίτη 19 Απριλίου 2011

ΑΠΟΤΕΛΜΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ

ΛΙΒΥΚΗ ΚΡΙΣΗ: ΤΩΡΑ ΑΡΧΙΖΟΥΝ

ΤΑ ΔΥΣΚΟΛΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ


Του Δρα Άριστου Αριστοτέλους



Καθώς η εφαρμογή της απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για επιβολή Απαγορευμένης Ζώνης Πτήσεων (AΖΠ) στη Λιβύη έχει επιτευχθεί, ένας από τους επί μέρους στόχους ορισμένων δυτικών δυνάμεων, κυρίως της Βρετανίας και της Γαλλίας, για ανατροπή του Καντάφι παραμένει αμφίβολο πότε και αν θα υλοποιηθεί. Αυτό ωστόσο που φαίνεται να υφίσταται είναι η αποτελμάτωση στο πολεμικό πεδίο, ενώ οι προβαλλόμενες πολιτικές και στρατιωτικές επιλογές δημιουργούν κρίσιμα διλήμματα στους εμπλεκομένους και στην Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ).


Η αποτελεσματική εφαρμογή της ΑΖΠ και η προστασία των αμάχων που ήταν το ζητούμενο του ψηφίσματος του ΟΗΕ, υλοποιείται με επιθέσεις και εξουδετέρωση έμψυχου και άψυχου στρατιωτικού υλικού και με σφυροκόπημα θέσεων των καθεστωτικών του Καντάφι. Δεν πέτυχαν όμως να ανατρέψουνι άρδην τους συσχετισμούς δυνάμεων προς όφελος τους αντικαθεστωτικούς, οι οποίοι παραμένουν ένα ανεπαρκές και αναποτελεσματικό σύνολο, ενώ οι Κανταφικοί σε στρατιωτικά μέσα συνεχίζουν να έχουν υπεροχή. Το αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής είναι ο Καντάφι να έχει τον έλεγχο των δυτικών περιοχών και οι αντικαθεστωτικοί, που είναι ασαφές ποια η πραγματική τους ταυτότητα και τι εκπροσωπούν, υποβοηθούμενοι από την αεροπορία των δυνάμεων του συνασπισμού, να ελέγχουν μέρος του βορειοανατολικού τμήματος της χώρας. Τα δεδομένα στο στρατιωτικό τομέα και η γεωγραφία – η μεγάλη έκταση και η έρημος που μεσολαβεί μεταξύ των προωθημένων δυνάμεων των αντιπάλων πλευρών – καθιστούν δύσκολη την αποτελεσματική λογισμική στήριξη, τον ανεφοδιασμό και ενίσχυση των αντιμαχομένων, περιορίζοντας τις δυνατότητες τους για αποφασιστική στρατιωτική δράση ή ανατροπή στο πεδίο της μάχης. Υπό τις συνθήκες, ένας κεντρικός στόχος των ηγετικών δυνάμεων του συνασπισμού των χωρών στην επιχείρηση αυτή – Γαλλίας και Βρετανίας - που ήταν η ανατροπή του καθεστώτος Καντάφι, δεν έχει επιτευχθεί ούτε από τις εναέριες τους επιθέσεις αλλά ούτε και από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις των αντικαθεστωτικών.



Η κατάσταση στο πολεμικό πεδίο φαίνεται να έχει αποτελματωθεί. Εάν λοιπόν οι αντικαθεστωτικοί ή οι δυτικές δυνάμεις, δεν επιτύχουν με κάποιο τρόπο, είτε να εξοντώσουν τον Καντάφι είτε να επιφέρουν αλλαγή στο καθεστώς, η Λιβύη θα παραμείνει, στο διάστημα αυτό, χωρισμένη στα δύο. Αλλά αυτή η κατάσταση πραγμάτων δε μπορεί να θεωρηθεί ούτε μόνιμη, ούτε και πολύ ευνοϊκή για τις δυτικές και άλλες δυνάμεις που εμπλέκονται στις επιχειρήσεις, γιατί προϋποθέτει τη συνέχιση της εμπλοκής τους στη λιβυκή κρίση και τη διάθεση πολύτιμων οικονομικών πόρων προς την κατεύθυνση αυτή και ενδεχόμενα επιπτώσεις στην εσωτερική τους πολιτική.



Τα διλήμματα και τα ερώτημα για το τι ακολουθεί είναι πραγματικά. Γίνεται λόγος για πιθανή κατάπαυση του πυρός, αλλά υπό ποιους όρους αυτή θα επιβληθεί, ώστε να είναι αποδεκτή από όλες τις εμπλεκόμενους πλευρές και μη; Επίσης αν οι δυνάμεις του συνασπισμού, τη ελλείψει εναλλακτικής δράσης, θεωρήσουν την αποτελμάτωση που επικρατεί ως αποδεκτή ή υποφερτή λύση επί του παρόντος, πώς θα αντιδράσουν οι αντικαθεστωτικοί στην κατάσταση αυτή; Υπάρχουν βέβαια και εισηγήσεις για διεύρυνση της αποστολής των δυνάμεων στη Λιβύη, με την ανάληψη στρατιωτικής δράσης επί του εδάφους (με συγκαλυμμένο στόχο βέβαια την ανατροπή του καθεστώτος). Όμως πόσο αποδεκτές είναι τέτοιες εξαιρετικά κρίσιμες επιλογές από τους εμπλεκομένους και από τις λοιπές χώρες της ΕΕ ή και τις ΗΠΑ; Ασφαλώς πρόκειται για πολύ σοβαρό ζήτημα με πολλές επιπτώσεις, που βασικά ξεφεύγει και από το ψήφισμα του ΟΗΕ αλλά και που αποτελεί πρόκληση για την ΚΕΠΠΑ της ΕΕ, όπου είναι πολύ δύσκολο να υπάρξουν συγκλήσεις. Οι επιλογές λοιπόν αυτών που αναμείχθηκαν ενεργά στις επιχειρήσεις είναι δύσκολες και η κυπριακή διπλωματία καλά κάνει που είναι προσεκτική και μελετημένη σε όλες τις κινήσεις, γιατί τώρα μάλλον αρχίζουν τα πιο δύσκολα για την Ευρώπη στη λιβυκή κρίση.
















Τρίτη 22 Μαρτίου 2011

Κύπρος και PfP :
Χωρίς Όφελος
Νεροκουβαλητής;

Του Άριστου Αριστοτέλους




Επιχειρηματολογώντας υπέρ της ένταξης της Κύπρου στο πρόγραμμα του ΝΑΤΟ, «Συνεταιρισμός για την Ειρήνη» (ΣγΕ ή PfP), ορισμένοι υποδεικνύουν ότι έτσι η Λευκωσία θα αξιοποιήσει προς όφελός της τη στρατηγική αξία του νησιού. Τι ακριβώς εννοείται, ποιες οι προεκτάσεις της πολιτικής αυτής και γιατί η Κύπρος, χωρίς ουσιαστικό κέρδος, θα καταστεί νεροκουβαλητής της αγγλοαμερικανικής στρατηγικής; Στα ερωτήματα αυτά επιχειρεί να απαντήσει η ανάλυση που ακολουθεί.

Βασικά η αναφορά σε αξιοποίηση της στρατηγικής αξίας της Κύπρου μέσω της συμμετοχής της στο ΣγΕ, σημαίνει ότι το νησί θα ενεργεί ως ορμητήριο ή ως όργανο ενίσχυσης των νατοϊκών και αμερικανικών δυνάμεων στη Μέση Ανατολή, την Ασία και αλλού, όπως συμβαίνει σήμερα με τη Λιβύη. Η Κύπρος θα αποτελεί μέσο διευκόλυνσης και τροφοδοσίας τους και ως χώρος παροχής επικοινωνιακών και άλλων υποστηρικτικών υπηρεσιών. Θα συνεπικουρεί ή θα συνδράμει με έμψυχο ή άψυχο υλικό στις στρατιωτικές αποστολές του ΝΑΤΟ και των αγγλοαμερικάνων.

Βέβαια διερωτάται κανείς ποια στρατηγική αξία μας απέμεινε για να προσφερθεί, αφού τη γεωγραφική θέση του νησιού εκμεταλλεύονται, από τη μια, σχεδόν μονοπωλιακά - από στρατιωτικής άποψης - οι Βρετανοί μέσω της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης. Από την άλλη, η Τουρκία ως κατοχική δύναμη ασκεί ντε -φάκτο στρατιωτικό έλεγχο από ξηρά, θάλασσα και αέρα επί της Κύπρου από το 1974. Επίσης με μυστική συμφωνία το 2002 παραχωρήθηκαν στις ΗΠΑ σημαντικά επίγεια, εναέρια και θαλάσσια στρατηγικά μέσα στην ελεύθερη Κύπρο για εξυπηρέτηση της εθνικής τους στρατηγικής. Αφού, λοιπόν, όλα αυτά έχουν ήδη δοθεί, αυτό που υπολείπεται πια από Κυπριακής Δημοκρατίας είναι να παίρνει και ενεργά μέρος σε στρατιωτικές αποστολές («ειρηνικές») του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ με την Εθνική Φρουρά, μέσω της συμμετοχής της, είτε στο ΣγΕ, είτε στο ίδιο το ΝΑΤΟ.

Βέβαια, θα μπορούσε να λεχθεί πως η συνεισφορά των μελών του ΝΑΤΟ ή του ΣγΕ είναι εθελοντική. Στην πράξη όμως κάτω από την πίεση των Αμερικανών ακόμη και παραδοσιακά ουδέτερα κράτη του ΣγΕ δεν μπόρεσαν να αρνηθούν να συνεισφέρουν με ανθρώπινο δυναμικό στις επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν.

Όσον αφορά τα οφέλη, παρά τις ανωτέρω παραχωρήσεις που έχουν γίνει προς τις ΗΠΑ, δεν φαίνεται να υπήρξε μέχρι σήμερα κανένα ουσιαστικό κέρδος για την Κύπρο. Οπότε, με την προϋπόθεση ότι η Τουρκία δεν θα πρόβαλε «βέτο», διερωτάται κανείς τι οφέλη θα προσδοκούσε να έχει η Κυπριακή Δημοκρατία αν προσχωρούσε στο ΣγΕ ή στο ΝΑΤΟ; Τρία είναι τα σημαντικότερα οφέλη στα οποία λογικά θα προσέβλεπε η Κύπρος. Το πρώτο είναι η κατοχύρωση της κρατικής της οντότητας. Αυτή όμως είναι κατοχυρωμένη ένεκα αναγνώρισής της ως ισότιμου μέλους του ΟΗΕ και ενισχυμένη με τη συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και σε άλλους διεθνείς Οργανισμούς. Οπότε συμμετοχή σε ένα νατοϊκό πρόγραμμα όπως ο ΣγΕ δεν θα προσέθετε τίποτα περισσότερο. Το δεύτερο, είναι η ασφάλεια από την τουρκική απειλή, αλλά αυτό είναι κάτι το εξωπραγματικό γιατί εκτός του ότι δεν έχει σχέση με τους σκοπούς του προγράμματος του ΣγΕ, η Τουρκία δεν είναι εχθρός αλλά σύμμαχος των ΗΠΑ και των νατοϊκών, και θα ήταν εκτός κάθε λογικής να πιστεύει κανείς ότι θα στραφούν εναντίον της για χάρη των Ελληνοκυπρίων. Το τρίτο, είναι να εξασφαλιζόταν από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ αποφασιστική υποστήριξη των ελληνοκυπριακών θέσεων στο Κυπριακό. Όμως ο συλλογισμός αυτός καταρρίπτεται στην πράξη από τη μέχρι σήμερα συμπεριφορά τους έναντι της Κύπρου αλλά και στην περίπτωση της ίδιας της Ελλάδας, που είναι μέλος του ΝΑΤΟ, όπου φαίνεται να μεροληπτούν υπέρ της Τουρκίας.

Όλα αυτά οδηγούν στο συμπέρασμα ότι, ενώ ήδη οι νατοϊκοί εκμεταλλεύονται το στρατηγικό χώρο του νησιού χωρίς κανένα κέρδος για τους Κυπρίους, με τυχόν συμμετοχή της στο πρόγραμμα του ΝΑΤΟ ΣγΕ, η Κύπρος θα καταστεί επιπλέον και νεροκουβαλητής στις στρατιωτικές επιχειρήσεις των αγγλοαμερικάνων;